νιτρολίνη

νιτρολίνη
η
χημ. εκρηκτικό μίγμα το οποίο λαμβάνεται με διάλυση 5 ώς 20 μερών ζάχαρης σε 25 ώς 30 μέρη νιτρικού οξέος και ανάμιξη τού προϊόντος σε αναλογία 25% ώς 30% με 35% νιτρικού καλίου και 13% ώς 15% κυτταρίνης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. nitroline < νιτρ(ο)-* + κατάλ. -οl τής χημικής ορολογίας + κατάλ. -ine].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • νιτρ(ο)- — χημ. α συνθετικό επιστημονικών όρων, πρόθημα που χρησιμοποιείται για να δηλώσει την παρουσία μιας ή περισσότερων νιτροομάδων στο μόριο, μιας οργανικής ένωσης. Οι χημικοί αυτοί επιστημονικοί όροι έχουν εισαχθεί στην Ελληνική ως αντιδάνειοι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”